Πολιτική

Political Quixotism, 1830 (Πολιτική)

Πολιτική. Το να αγαπάμε τον πλησίον μας όπως τον εαυτό συνεπάγεται αδιέξοδα και παράδοξα. Αυτά μιας ιδιαίτερης σχέσης με όσους μας μοιάζουν. Θα πρέπει να εξομοιωθούμε με το διαφορετικό ή με τα ιδανικά του; Ή γιατί να αξίζει την αγάπη μας κάποιος τόσο διαφορετικός από μας; Στον περιορισμό της προσπάθειας για ετερότητα και της προσπάθειας για εξομοίωση μεταξύ των ατόμων μπορούμε να διακρίνουμε πάντα μια έλξη προς την καταστροφή μας. Το homo homini lúpus του Thomas Hobbes δικαιολογεί την ύπαρξη θέσεων που μετατρέπουν τις επιθετικές παρορμήσεις σε ταυτίσεις. Ο νόμος δεν είναι σε θέση να υποστηρίξει πλήρως τη δικαιοσύνη για όλους, καθότι πηγάζει από την αφομοίωση της βίας.

Ταυτότητα

Η ταυτότητα κάθε ατόμου συνδέεται στενά με την ταυτότητα των ομάδων στις οποίες ανήκει και η ενίσχυση της ταυτότητας του «εμείς» παραμένει ο τρόπος διάκρισης και αποκλεισμού άλλων ταυτοτήτων. Πολλά από αυτά που κάνουν οι άνθρωποι όταν συνομιλούν μαζί για θέματα κοινού ενδιαφέροντος είναι βαθιά πολιτικά. Ο δημόσιος λόγος και δράση με στόχο τον εντοπισμό και τη θεματοποίηση των προβλημάτων είναι πολιτικός. Όπως και η διαβούλευση για τη διαμόρφωση των αποφάσεων για το πού θα προχωρήσουμε στη συνέχεια.

Αντιστάσεις

Ακόμη και αν κάποιος αισθάνεται καταπιεσμένος, οι αντιστάσεις του να αντιδράσει παραλύουν από την ταύτιση με τις εθνικές αξίες και τα ιδανικά που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν όχι μόνο την επιβίωση του κράτους αλλά και την προσωπική του επιβίωση. Οι δυνατότητες για αντίσταση των ατόμων παραλύει μπροστά στις δυνάμεις του δυνάστη. Η απόλυτη υποταγή ως προσπάθεια προστασίας των καταπιεστών.

N. Elias

Έτσι εξηγεί ο N. Elias την επιθυμία του γερμανικού λαού για υποταγή. Το άτομο μπορεί να απελευθερωθεί από την καταπίεση μέσω της αντίστασης και της εξέγερσης. Ωστόσο, η δυνατότητα αντίστασης συνδέεται με τη διαφοροποίηση από αυτούς που ασκούν εξουσία.  «Όταν το σύστημα των ιδανικών και των αξιών τους είναι λίγο-πολύ ταυτόσημο με εκείνο των αφεντικών τους», λέει ο Elias, «όταν η δική τους συνείδηση και το εμείς-ιδεώδες (we-ideal) συντάσσεται με την εξουσία, οι αρνητικές συνιστώσες της συναισθηματικής τους διάθεσης απέναντι στους καταπιεστές δεν μπορούν να εκφραστούν άμεσα και ανοιχτά» (Elias, 1989).

S. Ferenczi

Ο S. Ferenczi το 1932 επισημαίνει ότι η κριτική μπορεί να είναι μόνο έμμεση, όταν η διαφορετική γνώμη, η διαμαρτυρία και η αρνητική αντίδραση απαγορεύεται. Τα άτομα φιμώνονται και είναι ανίκανα να αρθρώσουν αντίσταση ή αντιρρήσεις ή να εκφράσουν οποιαδήποτε δική τους γνώμη. Η J. Kristeva τα αποκαλεί σύνδρομα ιδεαλισμού/ideality, φαντασιώσεις τελειότητας, δαιμονοποίησης με την συνακόλουθη αδυναμία να ανεχθούν την αμφιθυμία, την πολυπλοκότητα και την ασάφεια, τόσο οι εξουσιαστές όσο και οι εξουσιαζόμενοι.

Θέση

Συχνά τελικά παίρνουμε θέση στο τραπέζι της πολιτικής. Αντιλαμβανόμαστε ότι οι δύο ή περισσότερες πλευρές έχουν διαφορετικές αντιλήψεις για την αλήθεια και την εγκυρότητα. Διαφορετικές οπτικές γωνίες και, ως εκ τούτου, διαφορετικές θέσεις για το τι πρέπει να γίνει. Όταν εκφράζω απόλυτη βεβαιότητα για το αληθινό και απαραίτητο των απόψεών μου -αλλά και για την επιβολή τους- μάλλον παρακάμπτω εντελώς την ίδια τη φύση της πολιτικής. Δηλαδή τη λήψη αποφάσεων εν μέσω αβεβαιότητας. Και φυσικά οι διαφορετικές αιτιάσεις μάλλον υποτάσσονται μονομερώς, με τη βοήθεια επίδειξης δύναμης και κάποιες φορές πυκοιλότροπης βίας από το ένα κόμμα στο άλλο με στόχο την υποταγή.

Υποταγή

Η οποία υποταγή είναι αντίθετη με τα δημοκρατικά ιδεώδες – ισότητας, ισονομίας. Η δυσκολία είναι όταν σε μια διαφωνία προσπαθούμε να λάβουμε τη συγκατάθεση του άλλου, καθώς στο πλάισιο μιας δημοκρατικής κοινωνίας η συζήτηση των αιτιάσεων και των αποφάσεων πρέπει γίνεται μεταξύ ίσων. Ακόμα και στις πιο δημοκρατικές συνθήκες, δεν υπάρχει μία αλήθεια που να μπορεί να διευθετήσει τις πολιτικές αντιπαραθέσεις. Ακόμη και να υπήρχε αυτή η «αλήθεια» οι άνθρωποι θα εξακολουθούσαμε να διαφωνούμε για το αν είναι αληθινή. Άλλωστε τα άτομα  κατέχουν ένα ευρύ φάσμα αξιών και απόψεων που αναδεικνύει το πολύπλευρο και σύνθετο του θέματος.  

Πολιτική

Η πολιτική συνήθως στοιχειώνεται από «φαντάσματα», παλιές πληγές και τραύματα. Από απώλειες που δεν έχουν θρηνηθεί και συνεχίζουν να δρουν υπόγεια στο παρόν. Τροφοδοτούμενες από σύνδρομα «ιδεαλισμού», οδηγούν σε βασανιστικές πολιτικές ανησυχίες και ίσως σε κοινωνική παράνοια. Σε φόβο κατάρρευσης. Η μετάβαση από μια αδιάλλακτη ή παρανοϊκή πολιτική των απαιτήσεων σε μια πολιτική της ισότιμης συζήτησης έχει να αντιμετωπίσει τους φόβους της κατάρρευσης: της απώλειας του εαυτού μας, των δεσμών μας, των αγκυλώσεων μας- των φανταστικών (και μερικές φορές πραγματικών) αναγκών να σκοτώσουμε τους εχθρούς και να εξουδετερώσουμε τις απειλές.

Νόηση

Η ορθολογική νόηση δεν αρκεί για την αντιμετώπιση πολιτικών ζητημάτων. Σχεδόν στο σύνολο της ανθρώπινης ιστορίας, οι αποφάσεις σχετικά με το «Τί πρέπει να γίνει» βασίζονταν στο Λόγο του Θεού, ή σε μια μεταφυσική αρχή, ή στη δόξα του παρελθόντος, ή σε κάποιο φυσικό νόμο. Η ψυχανάλυση και η πολιτική διαθέτουν τρεις κοινούς κόμβους. Την Επιθυμία, την Ετερότητα/Παραδοξότητα/Αβεβαιότητα και τον Λόγο. Ίσως η οπτική μέσα από το πρίσμα των τριών κοινών κόμβων να οξύνει την αντίληψη και τις αισθήσεις μας για πιο ικανοποιητική διασύνδεση μεταξύ ατόμων και κοινωνιών. Απαιτεί σύμφωνα με την H. Arendt σκέψη, δηλαδή τη «συνήθεια να εξετάζουμε και να προβληματιζόμαστε για αυτό που μας προβληματίζει». Η σκέψη μας επιτρέπει να δούμε το πρόβλημα ως πρόβλημα και κρίνουμε αν είναι σωστό ή πώς θα έπρεπε να είναι.

Πρόβλημα

Αν η πολιτική είναι στην πραγματικότητα η διαδικασία κατά την οποία οι άνθρωποι πρέπει να αποφασίσουν από κοινού τι πρέπει να κάνουν για ένα κοινό πρόβλημα μπροστά στην αβεβαιότητα, τότε οι πολίτες, δηλαδή οι πολιτικοί παράγοντες, είναι εκείνοι που αναλαμβάνουν αυτές τις δύσκολες επιλογές. Αυτό είναι αρκετά δύσκολο να το κάνει κανείς μόνος του, αλλά στην πολιτική γίνεται μια συλλογική πράξη που προσπαθεί να κατανοήσει διαφορετικές προοπτικές, να κάνει δύσκολες επιλογές για το τι πρέπει να γίνει, για να κερδίσει τη συναίνεση των άλλων.

Κυρίαρχη Πολιτική Θέση

Η κυρίαρχη πολιτική θέση -το πολιτικό μας φαντασιακό- αποκλείει τα άτομα από την συμμετοχή στην άμεση λήψη αποφάσεων για τα θέματα κοινού ενδιαφέροντος. Τα άτομα, ως μέλη κοινοτήτων, ελπίζουν να εισακουστούν από την εκλεγμένη κυβέρνηση, η οποία αναλαμβάνει το ρόλο του διαμεσολαβητή. Μεταξύ της επιθυμίας και της βούλησης των ατόμων και της τελικής πραγματοποίησής τους.  Στο κυρίαρχο φαντασιακό, πολιτική είναι αυτό που κάνουν οι κυβερνήσεις. Οι κυβερνώμενοι έχουν μόνο την ευκαιρία να διαμαρτυρηθούν, να παρακαλέσουν ή να εκλέξουν διαφορετικούς αντιπροσώπους. Συμμετοχική πολιτική είναι να είμαστε σε θέση να εκφράζουμε άποψη και επιρροή σε θέματα δημόσιου ενδιαφέροντος. Αυτό υποδηλώνει ότι όταν τα άτομα εκφράζουν απόψεις, δεν εμπλέκονται στην πολιτική αυτή καθαυτή. Προσπαθούν να ασκήσουν επιρροή σε αυτούς που εμπλέκονται άμεσα κι ενεργά, δηλαδή τους κυβερνώντες. Συνεπώς, η επιτυχία της άρθρωσης δημόσιου λόγου μετριέται από το αν οδηγούμαστε σε αλλαγή καθεστώτος ή καταφέρνουμε τους κυβερνώντες να αλλάξουν πολιτικές.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.