Η κατάθλιψη και η συναισθηματική χρησιμότητα της θλίψης δεν είναι καλά ανεκτή κοινωνικά και σε γενικές γραμμές οι άνθρωποι γύρω μας συντάσσονται σε δύο ομάδες. Στη μία ανήκουν αυτοί που θέλουν να βοηθήσουν, να διορθώσουν την κατάσταση, «να φτιάξουν τα πράγματα», να προτείνουν ψυχοθεραπεία. Στην άλλη ομάδα ανήκουν αυτοί που αποφεύγουν και αντιμετωπίζουν την καταθλιπτική συνθήκη ως σύγχρονη λέπρα.
Γνήσιος πόνος
Έχοντας βιώσει καταθλιπτικά συναισθήματα αναπτύσουμε εκείνη τη βαθύτερη κατανόηση του γνήσιου πόνου του άλλου. Αποκτούμε επίγνωση της σκοτεινής πλευράς του κόσμου. Δεν είναι δυνατόν να αγνοούμε τον πόνο και την αυταπάτη, δεν είναι δυνατόν να ξεφεύγουμε εύκολα από τη δυσάρεστη πραγματικότητα απλά κοιτώντας αλλού. Βέβαια για το ανθρώπινο είδος, δηλαδή για όντα που διάθετουν συνείδηση της συνείδησής τους, επίγνωση των σκέψεων και των συναισθημάτων τους, αυτό που φαίνεται προφανές μάλλον απέχει από το να είναι κιόλας και απαιτεί αυστηρή κριτική ανάλυση. Έτσι πολλές φορές έχοντας την εμπειρία της κατάθλιψης αμφιβάλλουμε για τον αν τα «θετικά» συναισθήματα ισοδυναμούν με υγεία και τα «αρνητικά» με αρρώστια. Και κάποιες φορές ίσως νιώθουμε υπό το πρίσμα της μελαγχολίας ότι επιτέλους μπορούμε να δούμε την αληθινή διάσταση του εσωτερικού ή του εξωτερικού μας κόσμου.
Ιδεολογία περιοριστικού τύπου
Η προσπάθεια να είμαστε ευτυχισμένοι εμπίπτει σε μια κατασταλτική ιδεολογία περιοριστικού τύπου. Μια ματιά γύρως μας θα μας πείσει ότι απαιτούμε μια κατάσταση μόνιμης ευτυχίας από τον εαυτό μας και τους άλλους. Η τάση που συνδυάζεται με την υπερβολική «διαφήμιση» της ευτυχίας είναι ο στιγματισμός του αντιθέτου της – του ψυχικού πόνου, της κατάθλιψης, του άγχους, της λύπης, της απογοήτευσης. Χαρακτηρίζουμε τον πόνο απόκλιση από το «κανονικό» και πρόβλημα, παραμόρφωση, φάλτσο που πρέπει να εξαλειφθεί – παθολογία που χρήζει θεραπείας. Η φωνή της θλίψης λογοκρίνεται ως άρρωστη. Είναι δύσκολο να «μετρήσουμε» το κατά πόσο αυτή η θέση εμφιλοχωρεί στο πεδίο της Ψυχιατρικής και την Ψυχοθεραπεία. Πάντως οφείλουμε να αναγνωρίσουμε την αγωνία του μεγαλύτερου μέρους των «επιστημονικά τεκμηριωμένων» απανταχού Ψυχοθεραπειών να «εξοντώσουν» τα αρνητικά συναισθήματα.
«Θετική σκέψη»
Λες και η πραγματικότητα, ως κατά μία έννοια το μεγαλύτερο πρόβλημα του ανθρώπινου νου, δεν είναι από μόνη της ματαιωτική και δυσάρεστη και αγχογόνος. Και χρειάζεται την κατάθλιψη να μας στερήσει όλες εκείνες τις φαντασιωσικές επιθυμίες, τις ονειροπολήσεις, και τη ρέμβη της περιπλάνησης σε ονειρικούς τόπους και απροσδιόριστους χρόνους. Παρεμπιπτόντως… μη μετρήσιμες από σταθμισμένα επιστημονικά ερωτηματολόγια και RCT’s. Και γιατί όχι αυτή ακριβώς η «θετική σκέψη» να μην αποτελεί μια μεροληπτική αντίληψη της πραγματικότητας; Και γιατί όχι όταν βιώνω θλίψη και κατάθλιψη ακόμη, να μην έρχομαι σε επαφή με μια πλευρά μου που δε θα μπορούσα να έρθω αλλιώς ή με μικρότερο κόστος; Γιατί όχι η κατάθλιψη να μην αποτελεί την αποσάθρωση των ψευδαισθήσεων, την κατάρρευση μιας μαγικής σκέψης ή την αναλαμπή της πραγματικότητας που αποτελεί πηγή έντονης ανησυχίας;
M. Foucault
Αναρωτιέται κανείς πώς σχετίζεται το επικρατούν ρεύμα της «σύχρονης» ψυχολογίας και της επίσης «σύγχρονης» ψυχοθεραπείας με το μοντέρνο Θετικισμό. Ο M. Foucault εντόπισε την προέλευση της ψυχοθεραπείας στην ποιμαντική, δουλεύοντας πάνω στην ιδέα ότι ο στόχος της ποιμαντικής φροντίδας ήταν και είναι η σωτηρία της ψυχής. Οι ρίζες του σύγχρονου θετικισμού μπορούν να βρεθούν στο θρησκευτικό παρελθόν, το οποίο κάποτε παρείχε στους ανθρώπους κατευθυντήριες γραμμές για τη ζωή και την έννοια της σωτηρίας, προσφέροντας μια σταθερή εικόνα του κόσμου με ένα ευτυχισμένο τέλος. Η «μοντέρνα» θεώρηση της ψυχολογίας φαίνεται να γεμίζει ένα «κοσμικό» κενό που αφήνει η θρησκεία, εξυπηρετώντας την παροχή εξηγήσεων και την ελπίδα για μια καλύτερη ζωή. Ο M. Foucault θεωρεί ότι η αντικατάσταση της θρησκείας με την επικρατούσα σύγχρονη ψυχολογία διατηρεί πολλά χαρακτηριστικά της θρησκευτικής-χριστιανικής παράδοσης, για παράδειγμα, την ακεραιότητα. Ο ρόλος ενός συμβούλου ή θεραπευτή και η ανάγκη να τους ακούμε, βρίσκει πολλές αναλογίες στην πρακτική ενός ποιμένα και την παράδοση της εξομολόγησης. Τόσο ο σύμβουλος όσο και ο ιερέας είναι άνθρωποι με εξουσία να υποδεικνύουν τί είναι λάθος και πώς να το διορθώσουμε.
A.Schopenhauer
Δίπλα στη θρησκεία και στη «σύγχρονη, τεκμηριωμένη» ψυχολογική και ψυχοθεραπευτική κοσμική της αντιπροσώπευση, η φιλοσοφία φαντάζει επαρκώς αιρετική. Και μάλλον ο πιο προβληματικός ασθενής είναι ο A.Schopenhauer, γνωστός για τον ισχυρισμό του ότι το μαρτύριο και ο πόνος είναι αναπόφευκτο και βασικό μέρος της ανθρώπινης ύπαρξης. Ότι δεν υπάρχει κανένα νόημα ή σκοπός στην ύπαρξη και ότι η ζωή κινείται βάσει μιας χωρίς σκοπό προσπάθειας που δεν μπορεί ποτέ να εκπληρωθεί. Η συνήθης βασική λειτουργία της ύπαρξής μας δεν είναι η ευτυχία που, από καιρό σε καιρό, διαταράσσεται από τα βάσανα. Η ίδια η ζωή είναι μια βαθιά ταλαιπωρία και ένα ατελείωτο πένθος. Ο Schopenhauer θεωρει ότι η συνείδηση επιδεινώνει περαιτέρω την ανθρώπινη κατάσταση, αφού τα ενσυνείδητα όντα βιώνουν τον πόνο με μεγαλύτερη οξύτητα και είναι σε θέση να προβληματιστούν για το παράλογο της ύπαρξης. «Πηγαίνετε λοιπόν στους ιερείς και αφήστε τους φιλόσοφους εν ειρήνη» (A. Schopenhauer 1851).
M.Heidegger
Ο γερμανός φιλόσοφος M.Heidegger επίσης δε μας καθησυχάζει. Αναφέρεται στο άγχος ως βασική κατάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης και διακρίνει μεταξύ αυθεντικών και μη αυθεντικών ανθρώπινων τροπισμών ζωής. Ζούμε κυρίως στην πραγματικότητα των υποχρεώσεων, των καθηκόντων. των προβλημάτων και των ανησυχιών, ώστε η επίγνωσή μας για το μάταιο και το νόημα της ύπαρξής μας να αποσιωπάται από το «θόρυβο» της καθημερινότητας. Πηγαίνουμε στη δουλειά, μεγαλώνουμε παιδιά, σχετιζόμαστε, τακτοποιούμε το σπίτι, πηγαίνουμε για ύπνο και ξανά από την αρχή. Ο κόσμος γύρω μας φαντάζει πλήρης νοημάτων. Αλλά η αυθεντική ζωή κατά M.Heidegger αποκαλύπτεται μόνο στο άγχος. Τότε αποκτούμε αυτογνωσία και μπορούμε να σκεφτόμαστε ελεύθεροι, απορρίπτοντας την κοινή κοινωνική ψευδαίσθηση.
Βιολογικό παράδοξο
Ίσως η ίδια η ανθρώπινη συνειδητότητα να έχει γίνει υπέρβαρη και υπερτροφική. Κι έτσι να αποτελεί πλέον ένα βιολογικό παράδοξο, μια υπερβολή καταστροφικής φύσης. Οι άνθρωποι χρειαζόμαστε τουλάχιστον μία ανάγκη που δεν μπορεί να εκπληρωθεί, αφού η ίδια η φύση-το φυσικό περιβάλλον-η βιολογική μας πλευρά, δε μπορεί να νοηματοδοτήσει την ύπαρξή μας. Άρα κατά μία έννοια το ανθρώπινο είδος για να επιβιώσει πρέπει να εξουδετερώσει την περίσσεια συνειδητότητας. Αυτό μάλλον αποτελεί και το προαπαιτούμενο κάποιων μορφών ψυχοθεραπείας, της κοινωνικής προσαρμογής, της κοινής λογικής και αυτού που ονομάζουμε σήμερα υγεία, ψυχική υγεία και «ήσυχη-κανονική» ζωή.
S.Freud
Ο S.Freud ισχυρίστηκε ότι ο σκοπός της θρησκείας είναι να ικανοποιήσει τις παιδικές συναισθηματικές μας ανάγκες. Η ίδια η ψυχανάλυση και η θεραπεία μέσω αυτής δεν υπόσχεται την ευτυχία, την ικανοποίηση και την ηδονή. Τουναντίον. Ο ίδιος ο Freud ήταν απρόθυμος να υποσχεθεί την ευτυχία ως αποτέλεσμα. Στις «Μελέτες για την υστερία» (1895), αναφέρει ότι η ψυχανάλυση θα μπορούσε να μετατρέψει την υστερικού τύπου δυστυχία σε «κοινή δυστυχία». Για τον Freud, ο στόχος της ψυχαναλυτικής ψυχοθεραπείας ήταν να βοηθήσει τους ασθενείς να αποδεχθούν και να προβληματιστούν για τις δυσκολιες και τις δυστυχίες της ζωής, του κόσμου αυτού. Όχι πέρα από αυτόν.
Πυρετός
Ο πυρετός μπορεί να είναι τρομακτικός, ειδικά εάν είναι υψηλός ή εάν αφορά στα παιδιά μας, αλλά δεν είναι εγγενώς κακός. Έτσι και η κατάθλιψη προκαλεί ελάττωση της λειτουργικότητας, επηρεάζοντας πολλούς τομείς της ζωής, όπως τον επαγγελματικό, τις κοινωνικές σχέσεις και τη σεξουαλική ζωή. Αν και δυσάρεστος όμως, ο πυρετός δεν είναι προϊόν βιολογικής δυσλειτουργίας. Αντίθετα, είναι ένας σημαντικός μηχανισμός καταπολέμησης των λοιμώξεων. Οι βλάβες που προκαλεί ο πυρετός είναι το προσαρμοστικό αποτέλεσμα των μεταβολών στους ιστούς του σώματος που απαιτούνται για την καταπολέμηση της λοίμωξης. Ομοίως, η καταθλιπτική συναισθηματική κατάπτωση είναι ένας μηχανισμός αντιμετώπισης προβλημάτων που εφιστά την προσοχή και προωθεί την ανάλυση των προβλημάτων.
Φαύλος Κύκλος;
Ο φαύλος κύκλος στον οποίο βρισκόμαστε – η ατελείωτη αναζήτηση της ευτυχίας και η αδυναμία της επίτευξής της, ακόμα και στην ψυχοθεραπεία – μας πληγώνουν περισσότερο. Ίσως αποτελεί διέξοδο η παραδοχή του υψηλού επιπέδο συνείδησής μας. Στα βαθι μας μελαγχολία, διαπιστώνουμε ότι οι επιφανειακές καταστάσεις της ευτυχίας είναι σε μεγάλο βαθμό ένας τρόπος να μην είμαστε ζωντανοί. Η ψυχική υγεία, η θετική ψυχολογία και οι τρόποι ψυχοθεραπείας που εστιάζουν σ’αυτήν απαιτούν να παραμείνουμε σιωπηλοί και να υποκύπτουμε στις αυταπάτες μας μέχρι να πεθάνουμε.
‘Ερωτας
Διαβάζοντας το κείμενο ξανά και ξανά έπιασα τον εαυτό μου να διαμαρτύρεται και να μουρμουρίζει «Ναι, αλλά…». «Ναι η ζωή έχει δυσκολίες αλλά έχει κι ομορφιές». Αυτό ακριβώς το σχεδόν ασυνείδητο «Αλλά» φέρνει μια αισιόδοξη πλευρά του κόσμου, μόλις η απαισιόδοξη πλησιάζει απειλητικά. Χωρίς αυτήν την πλευρά η ζωή δε θα είχε νόημα και η αυτοκτονία θα φάνταζε λύτρωση. Χωρίς το απαισιόδοξο, που όσο κι αν προσπαθούμε να το «θεραπεύσουμε» θα είναι πάντα εκεί, δεν υπάρχει αισιόδοξο. Χωρίς το Θάνατο δεν υπάρχει Έρωτας. Χωρίς τον Έρωτα δεν υπάρχει Θάνατος.