
Η παρακμή ως φιλοσοφικό ερώτημα προκύπτει από την ίδια την ιστορική συνείδηση του πολιτισμού. Αναγνωρίζουμε πρώτα τη φθορά εκείνων των μορφών που κάποτε ενσάρκωναν τη συνοχή, το ύφος και τη μεταφυσική πρόταση ενός πολιτισμού. Σε κάθε εποχή που αυτοκατανοείται ως ύστερη, εμφανίζεται η ανάγκη επανεξέτασης του πλαισίου μέσα στο οποίο το νόημα είχε θεμελιωθεί. Η ανάγκη αυτή δημιουργεί έναν τόπο στοχασμού, όπου η παρακμή λειτουργεί ως συμβάν εντός του πνεύματος. Η μετατόπιση της ιστορικής εμπειρίας μπορεί να αποτελεί συνέπεια της απώλειας της πίστης στις ύψιστες αξίες. Ο άνθρωπος καλείται να επεξεργαστεί νέες μορφές ζωής με διαφορετική εσωτερική συνοχή όταν η έκλειψη μιας θεότητας συμπαρασύρει το πνευματικό οικοδόμημα που είχε στηριχθεί σε αυτή. Το φαινόμενο της ηδονιστικής αυτάρκειας συνυπάρχει με την τάση για δημιουργία νέων αξιών. Μέσα σε αυτή τη μεταβατική κατάσταση, η παρακμή εκδηλώνεται ως πεδίο κρισιμότητας όπου το παλαιό εξαντλείται και το νέο προδιαγράφεται (Nietzsche, 1887).
Εικόνα
Η εικόνα του πολιτισμού ως ζωντανού οργανισμού οδηγεί στη μορφολογική θεώρηση της ιστορίας. Ο πολιτισμός εκκινεί με εσωτερική πνοή, αναπτύσσει συμβολικές μορφές, καθιστά το πνεύμα ενεργό και δημιουργικό. Η αρχική φάση της κουλτούρας (Kultur) αποδίδει την ενσάρκωση ενός βάθους. Η κουλτούρα είναι το στάδιο της δημιουργικής ακμής, όταν το Kulturseele μορφοποιεί τον κόσμο εκ των έσω. Είναι η περίοδος όπου γεννιούνται τα μεγάλα έργα τέχνης, η θρησκευτική μεταφυσική, η υψηλή φιλοσοφία, η αρχιτεκτονική του ύψους και της εσωτερικής δυναμικής. Η κουλτούρα είναι ζωή που μορφοποιείται εσωτερικά, ένα είδος πνευματικής γέννησης που κινείται από μέσα προς τα έξω. Όταν αυτό το στάδιο εκπληρωθεί, ο πολιτισμός (Zivilisation) εισέρχεται σε φάση πληρότητας. Bλέποντας τους πολιτισμούς σαν οργανισμούς που γεννιώνται, ανθίζουν και τελικά μαραζώνουν, τελικά ο δυτικός πολιτισμός – που ο Spengler τον ονόμασε «φαουστικό» – είχε ήδη μπει στη φάση της γήρανσης και παρακμής (Spengler, 1918-1922).
Πολιτισμός
Στο στάδιο της ακμής ένας πολιτισμός παράγει μεγάλα έργα τέχνης, βαθιές ιδέες και έντονη πνευματικότητα. Στο τελικό στάδιο γίνεται επιφανειακά κοσμοπολίτικος και τεχνοκρατικός, χάνοντας όμως τη δημιουργική του ψυχή. Τα σημεία μηδενισμού και κυνισμού στους παρακμασμένους πολιτισμούς οδηγούν τις θρησκευτικές, καλλιτεχνικές και πολιτικές παραδόσεις να εξασθενούν και τελικά να γκρεμίζονται υπό το βάρος της διάχυτης αμφιβολίας σε μια εσωτερική αλλά και κοινωνική συνθήκη όπου οι αλήθειες, οι αξίες ή οι απόψεις αντιμετωπίζονται ως εξίσου έγκυρες, ανάλογα με το πλαίσιο ή την υποκειμενική οπτική. Η μετάβαση από την κουλτούρα στον πολιτισμό συνιστά έκπτωση της δημιουργικής ορμής. Η παρακμή εκδηλώνεται ως σταθερή μετατόπιση από την εσωτερική έμπνευση προς την εξωτερική διαχείριση, σε επίπεδο μεγάλων κοινωνικών ομάδων. Οι πολιτισμοί βαδίζουν προς αυτή τη μεταβολή που σημαίνει ότι το τέλος του κύκλου δεν θα φέρει λύτρωση, αλλά θα επιβεβαιώνει τη συνθήκη της εξάντλησης.
Πολυφωνία
Συνεπώς η ασταθής πολυφωνία της φιλελεύθερης Δημοκρατίας της Βαϊμάρης ήταν τρανταχτό σημάδι παρακμής. Υπό την οπτική αυτή η έλευση μιας εποχής «Καισάρων», χαρισματικών αυταρχικών ηγετών στη Δύση, ήταν αναμενόμενο να επαληθευτεί με τις επερχόμενες δικτατορίες του Μεσοπολέμου. Η παρακμή ενός πολιτισμού σημαδεύεται από το πέρασμα από τον «πολιτισμικό άνθρωπο» που δημιουργεί νόημα στον «απλό άνθρωπο του πολιτισμού» που καταναλώνει και μάλιστα κοσμοπολίτικα. Ο στοχασμός σχετικά με την παρακμή μπορεί έχει θεωρηθεί και ως προδοσία και οπισθοδρόμηση του ίδιου του Διαφωτισμού. Ο Διαφωτισμός ως εγχείρημα εγκαθίδρυσης της λογικής και της ανθρώπινης χειραφέτησης, εμπεριείχε αντινομίες που τελικά οδήγησαν στην ίδια του την άρνηση. Η λογική του Διαφωτισμού γέννησε μια εργαλειακή ορθολογικότητα που αποδυνάμωσε τα ουμανιστικά ιδανικά, με αποκορύφωμα την ανάδυση του φασισμού και του ολοκληρωτισμού τον 20ο αιώνα. Ο αντισημιτισμός, ο Ναζισμός, ο Σταλινισμός αλλά και η βιομηχανία του καταναλωτικού πολιτισμού δεν μπορούν να εξηγηθούν απλά ως «εκτροπές». Αποτελούν εκδηλώσεις μιας κατάρρευσης του λόγου που έλαβε χώρα μέσα στη δυτική κοινωνία (Adorno/Horkheimer, 1944).
Διαφωτισμός
Η ίδια η ιστορία του δυτικού πολιτισμού υποδεικνύει ότι ο Διαφωτισμός αντί να εκπληρώσει την υπόσχεσή του για απελευθέρωση, επανέπεσε σε μυθικές μορφές τρόμου. Στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και οι θεωρίες συνωμοσίας κατά των Εβραίων αποτελούν παραδείγματα του πώς η λογική εκπίπτει σε παράλογο μύθο όταν αποκόπτεται από την αυτοκριτική και την αληθινή ανθρώπινη ανάγκη. Αφού κάθε θετική μεταφυσική πίστη είχε καταρρεύσει μετά το Άουσβιτς, προτάθηκε μια φιλοσοφία που θα αναγνωρίζει το αδιέξοδο της απόλυτης αλήθειας και θα επιχειρεί απλώς να αρθρώσει την ανοικειότητα και τον πόνο του σύγχρονου κόσμου χωρίς ωραιοποιήσεις.
Βαρβαρότητα
Άρα η ίδια η έννοια του πολιτισμού ως πηγή ανθρωπισμού τέθηκε υπό ριζική αμφισβήτηση από τη βαρβαρότητα που συντελέστηκε στην καρδιά ενός προηγμένου ευρωπαϊκού έθνους. Μετά από τέτοια ακραία φρίκη, οι παλιοί μεταφυσικοί θεμέλιοι λίθοι έχουν καταρρεύσει. Μένει μόνο μια «αρνητική» σκέψη, που κατανοεί την παρακμή όχι για να τη δικαιολογήσει ή να τη νικήσει με νέες μεγάλες ιδέες, αλλά για να κρατήσει ζωντανή την ανάμνηση του πάθους και να εμποδίσει την επανάληψή του. Εν τέλει διαψεύδονται οι μεγάλες προσδοκίες του ορθολογισμού, καθώς ο 20ος αιώνας έδειξε ότι η τεχνική και η επιστήμη μπορούν να συνυπάρξουν με μια νέα μορφή βαρβαρότητας. Η παρακμή έτσι παίρνει τη μορφή μιας «διαλεκτικής του διαφωτισμού», όπου το φως της λογικής ρίχνει τελικά μια σκοτεινή σκιά. Η διαδρομή της εργαλειακής λογικής αναδεικνύει μια αντίφαση ενσωματωμένη στη λογική της νεωτερικότητας. Ο λόγος υπόσχεται απελευθέρωση, συγκροτεί μεθόδους και τελικά μετατρέπεται σε μηχανισμό ελέγχου. Η εφαρμογή του εδραιώνει τεχνικές προσεγγίσεις, ορίζει την αξία με βάση την αποτελεσματικότητα, οργανώνει τον κόσμο με κριτήριο την προβλεψιμότητα. Έτσι η κουλτούρα διαμορφώνεται ως πεδίο κατανάλωσης,με την αισθητική αν γίνεται προϊόν, καθώς ο χρόνος συμπυκνώνεται σε συμβάντα επανάληψης. Η σκέψη διατηρεί το δικαίωμα στην αντίσταση και εγκαθιστά την αρνητική διαλεκτική που αναζητά τον χώρο όπου η εμπειρία υπερβαίνει την κανονικότητα (Adorno, 1966).
Λόγος
Ο λόγος της μετανεωτερικότητας κινείται σε πολλαπλούς ορίζοντες. Η εμπιστοσύνη σε ενοποιητικά σχήματα παραχωρεί τη θέση της σε διάχυτη συνθήκη επιμέρους αφηγήσεων, που καθεμιά συγκροτεί δικό της νόημα και διαμορφώνει σχεσιακό πεδίο επικοινωνίας. Η αλήθεια καθίσταται υπόθεση συγκειμένου, καθώς η έννοια του καθολικού χάνει την ισχύ της και η σκέψη οργανώνεται γύρω από στρατηγικές που συγκροτούν ενδιάμεσους κόσμους. Η κρίση νοήματος αποσύρει το ερώτημα περί νοήματος το διαχέει σε πολλαπλά επίπεδα και οδηγεί σε διαρκή εκκρεμότητα (Lyotard, 1979). Η καθολική κυριαρχία της εικόνας ανασυνθέτει το πραγματικό, μέσα από σχήματα προσομοίωσης. Η αναπαράσταση αντικαθιστά τη συνθήκη της εμπειρίας και η προσομοίωση εγκαθιστά μια υπερ-πραγματικότητα, αφού οι εικόνες παράγουν αίσθηση παρουσίας χωρίς εξωτερική αναφορά. Η αλήθεια συγκροτεί αισθητική λειτουργία, κατά την οποία ο καθρέφτης αποκτά το χαρακτήρα μοναδικού πεδίου εμπειρίας. Η αντιληπτικές λειτουργίες προσλαμβάνονται ως πληροφορίες χωρίς πυρήνα κι ως αλληλουχία μετασχηματισμών χωρίς πρωτογενές περιεχόμενο. Η πολιτισμική παρακμή εμφανίζεται ως φαινόμενο κορεσμού, όπου η σημασία απορροφάται από τη συνεχή ροή μορφών (Baudrillard, 1981).
Μορφή
Η μορφή του πολιτισμού αναπτύσσεται όταν συναντά πρόκληση. Στρέφεται προς το μέλλον, επινοώντας ρυθμούς ικανούς να ενσωματώσουν την αστάθεια. Όμως, μια στιγμή έρχεται όπου η πρόκληση παύει να έρχεται από έξω. Τότε ο πολιτισμός αναδιπλώνεται πάνω στο ίδιο του το έργο. Δεν προσβάλλεται από εχθρικές δυνάμεις, μα από την ίδια του την υπερπληθώρα. Η απάντηση που κάποτε παρήχθη, γίνεται καθολικό σχήμα. Ο καταναλωτισμός αναδύεται ως μορφή απόλυτης ανταπόκρισης που δεν επιδέχεται ερώτηση. Το εμπόρευμα δεν προκαλεί αμφιβολία, γεννά συμφωνία. Η επιθυμία μορφοποιείται μέσα από ροή προσφοράς. Η αφθονία προτείνει πληρότητα, αλλά όχι πυκνότητα. Το βάρος των πραγμάτων αντικαθίσταται από την κυκλοφορία τους. Η πολιτισμική κόπωση αναδύεται μέσα από την υπερπαραγωγή, καθώς ό,τι γεννιέται με ταχύτητα ολοκληρώνει τον κύκλο του μέσα σε ιλιγγιώδη ταχύτητα και η μορφή επανέρχεται μέχρι να χάσει την αρχική της ένταση. Οι επιθυμίες πολλαπλασιάζονται με ρυθμό που εκκενώνει τη συγκίνηση, ενώ η κατανάλωση λειτουργεί ως τρόπος άμεσης απάντησης, μετατρέποντας την ερώτηση σε κίνηση απόκτησης και οργανώνοντας την επιθυμία ως ανταπόκριση σε αδιάκοπη ροή προσφορών (Lipovetsky, 2006). Η ταυτότητα διαμορφώνει τον εαυτό της μέσα στην αφθονία, όπου η ευτυχία εμφανίζεται ως ρυθμός συνεχούς ανανέωσης και το πρόσωπο προσαρμόζεται στη μορφή που κυκλοφορεί με τη μεγαλύτερη ευκολία. Η ανανέωση των πραγμάτων λειτουργεί ως διαδικασία λήθης και απαλύνει τη μνήμη, μαλακώνοντας τα ίχνη της εμπειρίας (Bauman, 2007). Η υπερφόρτιση γεννά αποσύνδεση, καθώς η προσφορά μετατρέπεται σε πηγή κόπωσης και η ολική διαθεσιμότητα εγκαθιστά κλίμα αδιαφορίας, όπου η ένταση παίρνει τη μορφή εξάντλησης και η υποκειμενικότητα βυθίζεται στη συνήθεια της ικανοποίησης
Πεδίο
Σε αυτό το πεδίο, ο πολιτισμός δεν συναντά αντίσταση. Απλώς επαναλαμβάνει. Η επανάληψη εκτρέπει τη δημιουργία, με την ακατάπαυστη ανανέωση των μορφών να υποδηλώνει εξάντληση. Η κατανάλωση έχει διαφύγει ως δήλωση επιθυμίας αφού η ταυτότητα του ανθρώπου συγκολλάται σε αλυσίδα απαντήσεων που δεν έχουν πλέον ερώτηση. Η αδυναμία ενός πολιτισμού να ανταποκριθεί σε νέα πρόκληση, μεταπίπτει σε παρακμή επειδή χάνει την ικανότητα να μετασχηματιστεί (Toynbee, 1934). Ο ύστερος καπιταλισμός φαίνεται να εγκιβωτίζει τον πολιτισμό σε ένα κέλυφος αυτάρκειας, και η παρακμή αναγγέλλεται από τη βεβαιότητα της ευκολίας. Η φιλοσοφική σκέψη γύρω από την παρακμή προσφέρει ένα πεδίο όπου η κρίση δεν περιορίζεται σε απώλειες αλλά αναγνωρίζεται ως μεταβολή. Η παρακμή αναδεικνύει το σημείο καμπής όπου ο χρόνος μεταβάλλεται σε εσωτερική αναζήτηση, η ιστορικότητα μετατρέπεται σε υπαρξιακή ερώτηση και ο πολιτισμός γίνεται καθρέφτης των δυνάμεων που τον συγκροτούν. Το βάρος μεταφέρεται και σε εκείνο που μπορεί να σκεφτεί ξανά το όλο μέσα από την εμπειρία της διάλυσης. Η παρακμή αποκτά έτσι σημασία ως χώρος στοχαστικής ανάδυσης.