Το ανήκειν σε καιρούς ρήξης

Το ανήκειν σε καιρούς ρήξης

Kadinsky, 1932

Το ανήκειν σε καιρούς ρήξης. Η εμπειρία του ανήκειν είναι θεμελιώδης όρος της ανθρώπινης ύπαρξης. Συγκροτούμαστε μέσα σε σχέσεις που μας περιβάλλουν. Η γλώσσα που μιλάμε, οι αξίες που εσωτερικεύουμε, η ίδια η μνήμη μας και οι προσδοκίες μας, αναδύονται μέσα από δεσμούς με άλλους. Το αίσθημα ταυτότητας δεν είναι προϊόν αυτάρκειας. Είναι αποτέλεσμα ενός συνεχούς πλέγματος σχέσεων.

Η ίδια η εμπειρία που προσφέρει στήριξη και συνοχή – όμως – φέρει πάντοτε τη σφραγίδα της αμφισημίας. Οι συλλογικότητες που ανήκουμε δεν είναι σταθερά καταφύγια· συχνά γίνονται τόποι ρήξης και αβεβαιότητας. Πολιτικές τοποθετήσεις, ηθικές συγκρούσεις, θρησκευτικές ή πολιτισμικές διαφορές διατρέχουν κάθε ομάδα και καθορίζουν τους όρους συμμετοχής μας. Έτσι, το ανήκειν δεν παρουσιάζεται ποτέ ως ουδέτερο δεδομένο. Αποτελεί εμπειρία φορτισμένη, σημαδεμένη από συγκρούσεις αξιών και αντιφατικές προσδοκίες.

Η ένταση γίνεται ορατή στο σημείο που συναντώνται δύο απαιτήσεις. Από τη μια, η ανάγκη να μείνουμε πιστοί στις πεποιθήσεις μας, να κρατήσουμε μια αίσθηση ακεραιότητας. Από την άλλη, η επιθυμία να διατηρηθούν οι δεσμοί με τους άλλους, ακόμη και όταν οι απόψεις αποκλίνουν. Όταν οι δύο αυτές κατευθύνσεις συγκλίνουν, γεννούν πεδία τριβής, συναισθηματικής φόρτισης και αμφισημίας. Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι στιγμές σιωπής, εμπειρίες διχασμού ή η αίσθηση ότι το έδαφος κάτω από τα πόδια μας μετακινείται.

Η ανοιχτή δήλωση θέσης χαρίζει σαφήνεια αλλά συχνά οδηγεί σε αποξένωση. Η σιωπή προστατεύει τους δεσμούς, αλλά αφήνει μέσα μας ίχνη αλλοτρίωσης. Το ανήκειν αποκαλύπτεται έτσι ως εμπειρία που συνοδεύεται από κόστος σε κάθε κατεύθυνση. Το ερώτημα που τίθεται δεν είναι απλώς πώς ανήκουμε, αλλά ποια μορφή ανήκειν παραμένει βιώσιμη όταν καμία στάση δεν εξασφαλίζει πλήρη ακεραιότητα.

Σε συνθήκες ρήξης, το ανήκειν εμφανίζεται περισσότερο ως διαδικασία παρά ως δεδομένο γεγονός. Δεν ταυτίζεται με την πλήρη σύμπτωση ή συμφωνία· περιέχει αποστάσεις, κενά και ασυμφωνίες. Η συμμετοχή σε μια συλλογικότητα σημαίνει αντοχή στην αμφισημία της θέσης μας και αποδοχή ότι η οικειότητα και η ετερότητα συνυπάρχουν. Η οικειότητα μάς δίνει αίσθηση αναγνώρισης, ενώ η ετερότητα μάς εκθέτει σε αυτό που δεν μπορούμε να απορροφήσουμε πλήρως.

Το πρόσωπο του Άλλου δεν μπορεί να περιοριστεί στις δικές μας κατηγοριοποιήσεις. Το πρόσωπο του Άλλου μας καλεί σε ευθύνη πριν από κάθε ερμηνεία ή συναίνεση. Η ετερότητα δεν αίρεται, ούτε ενσωματώνεται πλήρως· παραμένει εξωτερικότητα που μας καλεί να λογοδοτήσουμε. Μέσα από αυτό το πρίσμα, το ανήκειν δεν σημαίνει ότι ο Άλλος γίνεται όμοιος με εμάς, αλλά ότι μαθαίνουμε να συνυπάρχουμε με την αδυνατότητα αυτής της πλήρους ταύτισης.

Η φαινομενολογία, φωτίζει μια άλλη όψη. Ο εαυτός κι ο Άλλος δεν συναντώνται σε ένα απόλυτο κενό· συγκροτούνται σε ένα κοινό πεδίο, στο οποίο το σώμα, η αντίληψη και η γλώσσα υφαίνουν σχέσεις αλληλεπίδρασης. Η ταυτότητα, επομένως, δεν είναι ένα αυθύπαρκτο δεδομένο αλλά μια μορφή που αναδύεται μέσα σε αυτό το πεδίο σχέσεων. Το ανήκειν, σε αυτήν την προοπτική, μοιάζει με μια κίνηση που δεν ολοκληρώνεται ποτέ· διαρκώς ανασχηματίζεται καθώς τα βλέμματα και οι πράξεις των άλλων μας προσδίδουν μορφή.

Ο Norbert Elias μιλά για «αλυσίδες αλληλεξαρτήσεων» που εκτείνονται σε μακρά ιστορικά βάθη. Το ανήκειν δεν αφορά μόνο άμεσες σχέσεις· φέρει τη σφραγίδα κοινωνικών δομών και ιστορικών διαδρομών. Οι δεσμοί μέσα στους οποίους κινούμαστε εμπλέκονται με δίκτυα εξουσίας, οικονομίας και πολιτισμού που δεν ελέγχουμε άμεσα. Όταν βιώνουμε τη ρήξη, επομένως, δεν αντιμετωπίζουμε μόνο την ετερότητα του άλλου ατόμου, αλλά και τις αόρατες δυνάμεις μιας ιστορικής διαδικασίας που μας υπερβαίνει.

Σε αυτό το πλαίσιο το ανήκειν δεν είναι ποτέ απλώς προσωπική υπόθεση. Ενσωματώνει ιστορία, κοινωνικές δομές, θεσμούς. Η αμφισημία του δεν οφείλεται μόνο στη διαφορετικότητα των προσώπων αλλά και στις ασύμμετρες θέσεις που κατέχουν μέσα σε ένα κοινωνικό πεδίο. Η αναγνώριση ή η απόρριψη μιας ταυτότητας φέρει πάντοτε την υπογραφή της εξουσίας.

Η ζωή των ενορμήσεων, οι φαντασιώσεις, οι ασυνείδητες ταυτίσεις συγκροτούν έναν «ομαδικό» ψυχισμό. Ο Freud μίλησε για εμπειρίες σχέσης μέσα από δυναμικές υπερβαίνουν το συνειδητό. Η αναζήτηση του ανήκειν, επομένως, εμπλέκει τόσο την επιθυμία για ικανοποίηση και συγχώνευση όσο και τον φόβο της απώλειας και της απορρόφησης. Το ασυνείδητο φέρει εντός του ίχνη των πρώτων δεσμών, αποτυπώσεις σχέσεων που συνεχίζουν να καθορίζουν την πρόσληψη της ετερότητας. Η συμμετοχή σε ομάδες, κοινωνικές ή συμβολικές, δεν είναι ποτέ μόνο συνειδητή επιλογή· αποτελεί ταυτόχρονα επανάληψη, μετατόπιση και αναδιαμόρφωση εσωτερικών σκηνών. Το ανήκειν, με αυτή την έννοια διαπλέκει τη συλλογικότητα και το ασυνείδητο σε ένα ενιαίο πεδίο σχέσεων.

Ο Axel Honneth προσφέρει εδώ μια κρίσιμη διάσταση με τη θεωρία της αναγνώρισης. Για εκείνον, η ελευθερία δεν πραγματώνεται ως απομόνωση αλλά ως κοινωνικό φαινόμενο. Ο εαυτός συγκροτείται μέσα από εμπειρίες αμοιβαίας αναγνώρισης: στην αγάπη, στο δίκαιο, στην αλληλεγγύη. Όπου η αναγνώριση διαρρηγνύεται, ο εαυτός τραυματίζεται. Έτσι, το ανήκειν δεν είναι απλώς επιλογή αλλά όρος ύπαρξης, καθώς μόνο μέσα από αυτό καθίσταται δυνατή η εμπειρία της ελευθερίας. Η ετερότητα δεν αποτελεί εμπόδιο, αλλά τον αναγκαίο ορίζοντα μέσα στον οποίο η αναγνώριση αποκτά νόημα.

Το ερώτημα, επομένως, δεν είναι πώς να αρθεί η ετερότητα, αλλά πώς να παραμείνουμε σε σχέση μαζί της. Πώς να αντέξουμε την εκκρεμότητα χωρίς να την κλείνουμε βιαστικά σε σχήματα ταυτότητας ή αποκλεισμού. Πώς να συνεχίσουμε να ανήκουμε σε συλλογικότητες που μας διχάζουν, χωρίς να χάνουμε την ακεραιότητά μας και χωρίς να θυσιάζουμε τη δυνατότητα του κοινού.

Το ανήκειν σε καιρούς ρήξης δεν παραπέμπει σε αρμονία. Παρουσιάζεται ως συνεχής αναμέτρηση με αβεβαιότητες, ως άσκηση αντοχής στην ασάφεια. Ούτε η απόλυτη ταύτιση ούτε η πλήρης αποστασιοποίηση προσφέρουν λύση. Αντίθετα, η εμπειρία του ανήκειν προϋποθέτει μια διαρκή διαπραγμάτευση ανάμεσα σε οικειότητα και ετερότητα, ανάμεσα στην ανάγκη για αναγνώριση και στο αίτημα του Άλλου που δεν αναπαύεται ποτέ.

Η αξία βρίσκεται ίσως στην προθυμία να παραμείνουμε παρόντες σε αυτή την ασάφεια. Να αντέξουμε την αμφισημία χωρίς να την επιλύσουμε, να κρατήσουμε τα ερωτήματα ανοιχτά αντί να τα κλείσουμε σε βεβαιότητες. Έτσι το ανήκειν δεν γίνεται συνώνυμο της σιγουριάς αλλά μορφή συμμετοχής στον ανοιχτό ορίζοντα της ανθρώπινης συνύπαρξης.

Και τότε το ερώτημα μένει ζωντανό: πώς μπορούμε να παραμείνουμε σε ομάδες που μας διχάζουν; Πώς διατηρείται η σχέση όταν η ταυτότητα δεν βρίσκει πλήρη αναγνώριση; Ποια μορφή ελευθερίας γεννιέται μέσα από τη συνεχή αναμέτρηση με την ετερότητα; Δεν είναι βέβαιο ότι θα δοθεί απάντηση. Αλλά ίσως η ίδια η επιμονή να ζούμε μέσα σε αυτά τα ερωτήματα να συνιστά την ουσία του ανήκειν σήμερα.

Leave a Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Καραμανάβης Γ. Δημήτριος
Επισκόπηση απορρήτου

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες των cookies αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η αναγνώρισή σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπό μας και βοηθώντας την ομάδα μας να καταλάβει ποια τμήματα του ιστότοπου μας θεωρείτε πιο ενδιαφέροντα και χρήσιμα.