Σκέψεις με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου και τη συζήτηση που ακολούθησε

Κοινός Ψυχικός Χώρος του Ζεύγους. Η ιστορία μιας σχέσης από τον έρωτα στην ωριμότητα και από τη γονεϊκότητα στην γήρανση, είναι ένας κύκλος μεταμορφώσεων, στον οποίο το ίδιο ζευγάρι καλείται ξανά και ξανά να αναγνωρίσει τη διαφορά, να αντέξει την απώλεια και να βρει νέες μορφές δημιουργικότητας. Μπορούμε, ως ζευγάρια, να αντέξουμε αυτή τη ρευστότητα χωρίς να χάνουμε το νήμα που μας συνδέει; Ίσως, τελικά, αυτό που ορίζει μια ώριμη σχέση δεν είναι η απουσία κρίσεων, αλλά η ικανότητα να τις νοηματοδοτούμε από κοινού. Οι δυναμικές που πλέκονται στο ζευγάρι μεταφέρονται αναπόφευκτα στα παιδιά. Και αντίστροφα, τα συμπτώματα των παιδιών αποκαλύπτουν συχνά τα άρρητα αδιέξοδα του ζευγαριού και της οικογένειας. Ένα παιδί που εκδηλώνει επιθετικότητα ή απόσυρση δεν «κουβαλά» μόνο τη δική του δυσκολία· γίνεται φορέας μιας ιστορίας σχέσεων που περιλαμβάνει τον γονεϊκό δεσμό, τις πατρικές οικογένειες, ακόμη και το κοινωνικό πλαίσιο.
Η οπτική αυτή μάς καλεί να δούμε τη σχέση ζευγαριού και γονέων όχι ως δύο ξεχωριστές πραγματικότητες, αλλά ως συγκοινωνούντα δοχεία. Όπως ο κοινός χώρος των συντρόφων μεταμορφώνεται με την πάροδο του χρόνου, έτσι και ο ψυχικός κόσμος των παιδιών πλάθεται και μεταπλάθεται μέσα σε αυτόν τον χώρο. Η κλινική εμπειρία που παρουσιάζει ο συγγραφέας δείχνει ότι κάθε παρέμβαση που στοχεύει στα παιδιά έχει πάντα στον πυρήνα της την εργασία με το ζευγάρι και την οικογένεια. Ίσως χρειάζεται να αναστοχαστούμε πάνω στην εξέλιξη της σχέσης ενός ζευγαριού μέσα στον χρόνο και ταυτόχρονα να αναγνωρίσουμε ότι τα ίχνη αυτής της εξέλιξης χαράσσονται ανεξίτηλα και στις ζωές των παιδιών.
Ο κοινός ψυχικός χώρος του ζευγαριού διαρκώς αναπλάθεται μέσα από τις αλληλεπιδράσεις, τις συγκρούσεις και τις συμφιλιώσεις που οι δύο σύντροφοι βιώνουν. Η ίδια η ύπαρξή του εξαρτάται από την ικανότητα των δύο να τον αναγνωρίζουν, να τον φροντίζουν και να τον σκέφτονται. Συχνά γεμίζει από την εξιδανίκευση της ένωσης και φέρει μέσα της την προσδοκία μιας σχεδόν συγχωνευτικής πληρότητας, που αντηχεί αρχαϊκά ίχνη πρώιμων σχέσεων με τα πρώτα αντικείμενα αγάπης.
Όταν η πραγματικότητα της ετερότητας κάνει την παρουσία της αισθητή, ο άλλος δεν παραμένει για πάντα ιδανικό αντικείμενο· αποκαλύπτεται ως πρόσωπο με όρια, με δικές του ανάγκες, με απρόβλεπτες πλευρές. Αυτός ο ίδιος κοινός χώρος τότε μπορεί να βιωθεί ως τόπος ματαίωσης, καθώς η υπόσχεση της απόλυτης ένωσης διαψεύδεται και στη θέση της αναδύεται η αίσθηση της απόστασης. Σε αυτό το σημείο δοκιμάζεται η αντοχή της σχέσης, η ικανότητά της να φιλοξενήσει την αμφιθυμία. Η αγάπη και η απογοήτευση, η τρυφερότητα και η επιθετικότητα, συνυπάρχουν και αναζητούν χώρο έκφρασης.
Μέσα σε αυτόν τον χώρο, η σεξουαλικότητα αποκτά κομβική σημασία. Η σεξουαλική συνάντηση συμπυκνώνει την ένταση ανάμεσα στην ανάγκη για εγγύτητα και την επιθυμία για διαφορά. Είναι η στιγμή που ο σύντροφος αναγνωρίζεται και ως γνωστός και ως ξένος· που το σώμα του οικείου μπορεί να βιωθεί σαν σώμα άλλου. Γι’ αυτό και οι δυσκολίες στη σεξουαλική ζωή φανερώνουν συχνά τα όρια της σχέσης να φιλοξενήσει την αμφιθυμία.
Ο κοινός ψυχικός χώρος είναι επίσης τόπος ανάπτυξης. Η δυνατότητα του ζευγαριού να σκέφτεται από κοινού, να αντέχει την αβεβαιότητα και να διατηρεί έναν διάλογο παρά τις διαφορές, παράγει έναν δημιουργικό δεσμό. Αυτός ο δεσμός επιτρέπει στους δύο όχι μόνο να μοιράζονται, αλλά και να παράγουν νέα νοήματα. Ο χώρος γίνεται μήτρα, μέσα από την οποία μπορούν να γεννηθούν νέες μορφές ζωής. Από το κυριολεκτικά παιδί, έως τις κοινές δραστηριότητες, τα όνειρα και τα σχέδια που αποκτούν αξία ακριβώς επειδή πλάθονται από κοινού.
Η μορφή αυτού του χώρου επηρεάζεται από πολιτισμικά πλαίσια, κοινωνικές νόρμες και προσωπικές διαδρομές. Σε ορισμένες περιπτώσεις τα όρια του χώρου είναι αυστηρά και αποκλειστικά· σε άλλες είναι πιο διαπερατά και επιτρέπουν πολλαπλές μορφές σχέσης. Η ουσία, ωστόσο είναι να συντηρηθεί ένας κοινός ψυχικός τόπος που να μπορεί να αντέχει τη διαφορά και να προσφέρει συνέχειες. Αυτός ο τόπος υπόκειται διαρκώς σε μεταμορφώσεις. Άλλοτε βιώνεται ως πληρότητα, άλλοτε ως έλλειμμα· άλλοτε προσφέρει ασφάλεια, άλλοτε πυροδοτεί άγχος. Η πρόκληση για το ζευγάρι είναι να μη διαλυθεί μέσα σε αυτές τις εναλλαγές, αλλά να τις αναγνωρίσει ως εγγενές μέρος της σχέσης. Η αντοχή στον χρόνο δεν είναι προϊόν ακινησίας, αλλά ικανότητα μετασχηματισμού.
Έτσι, η βιογραφία μιας σχέσης δεν μπορεί να περιγραφεί ως μια ευθύγραμμη πορεία από τον έρωτα στη φθορά ή από την ένωση στη διάσταση. Είναι μάλλον μια κυκλική σπειροειδής διαδρομή, όπου οι ίδιες δυνάμεις επανέρχονται, ανανεώνονται, παίρνουν νέες μορφές. Ο κοινός ψυχικός χώρος παραμένει ζωντανός ακριβώς επειδή μπορεί να φιλοξενεί αυτές τις μεταμορφώσεις. Να αντέχει την ένταση ανάμεσα στην οικειότητα και τη διαφορά, να δημιουργεί εκ νέου κάθε φορά τη δυνατότητα του «μαζί».
Ωρίμανση δεν σημαίνει απουσία σύγκρουσης ούτε μόνιμη ηρεμία. Σημαίνει ανθεκτικότητα και δυνατότητα ενός ζευγαριού να επιστρέφει ξανά και ξανά στον κοινό χώρο του, ακόμη και όταν αυτός έχει ρηγματωθεί από απογοήτευση ή πλήγμα, και να τον ξαναφτιάχνει. Είναι η εμπειρία ότι το «μαζί» δεν είναι ποτέ δεδομένο, αλλά μια διαρκής δημιουργία που απαιτεί φροντίδα, σκέψη και αντοχή στην αμφιθυμία.