Habitus. Όταν αθλούμαι – π.χ παίζω ποδόσφαιρο – δεν έχω χρόνο να σκεφτώ πώς θα συμπεριφερθώ. Πρέπει να ενεργήσω «αυτόματα», αλλιώς η κατάλληλη στιγμή της πράξης θα έχει παρέλθει. Δε μπορώ επίσης να ενεργώ μηχανικά, με την έννοια μιας μαθημένης αντίδρασης. Πρέπει να ενεργώ με τρόπο που να είναι κατάλληλος για την κατάσταση του παιχνιδιού, κατά την κρίση μου και με τρόπο που να εξυπηρετεί το πλεονέκτημα της ομάδας μου. Πρέπει να ενεργώ έξυπνα και σκόπιμα, ίσως καινοτόμα και με αυτοσχέδιο τρόπο.
Ενέργειες
Και, φυσικά, οι ενέργειές μου πρέπει να παραμένουν εντός των κανόνων του παιχνιδιού. Η πρακτική επάρκεια που ορίζει τη νόρμα – το habitus – ως «αίσθηση του παιχνιδιού» συνίσταται ακριβώς στην ικανότητά μου να κάνω όλα αυτά τα πράγματα χωρίς να καταφύγω σε στοχαστική σκέψη ή σχεδιασμό. Οι δομές του habitus, αν και δομούν την αντίληψη, τη σκέψη και συνεπώς τη συνείδηση, δεν είναι οι ίδιες συνειδητές, αλλά ούτε και μηχανικές συνήθειες. Αποτελούν μια τρίτη θέση ανάμεσα σε αυτά τα δύο άκρα.
Διαπλοκή
Η αλληλεπίδραση και διαχρονική διαπλοκή της ελεύθερης βούλησης των ατόμων και των κοινωνικών δομών έχει ως αποτέλεσμα τη δόμηση της έξης, του habitus, της κοινωνικοποιημένης νόρμας. Τα παρελθοντικά γεγονότα και οι δομές (structures) διαμορφώνουν και διαμορφώνονται από τις τρέχουσες πρακτικές και δημιουργούν το πλαίσιο της αντίληψης μας για αυτές. «Δεν υπάρχει σκόπιμη επιδίωξη, δεν υπάρχει συνειδητή φορά κίνησης» (P.Bourdieu, 1984).
Διαδικασία
Η κοινωνική διαδικασία εξέλιξης – κι όχι η ατομική – οδηγεί σε πρότυπα που διαθέτουν διαχρονική παρουσία, μεταφέρονται μεταξύ των κοινωνικών πλαισίων και μεταβάλλονται τόσο πλασιακά όσο και χρονικά. Το habitus προκύπτει μέσω τέτοιων κοινωνικών διαδικασιών. Δεν είναι στεθερό, ούτε μόνιμο. Αλλάζει υπό καταστάσεις μάλλον απρόβλεπτες και κατά τη διάρκεια μακρών ιστορικών περιόδων.
Habitus
Στα θεμέλια των επιλογών μας ακόμη και των επιθυμιών μας ενυπάρχει το habitus. Η επιλογή δεν αναδύεται από το πουθενά ή από το «τίποτα». Προϋποθέτει ότι έχουμε επιθυμίες, ότι αντιλαμβανόμαστε και κατανοούμε την κατάστασή μας με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και ότι διαθέτουμε ένα μέσο, τόσο για να δημιουργήσουμε ένα φάσμα δυνατοτήτων δράσης, όσο και για να επιλέξουμε μεταξύ αυτών. Και αυτές οι προϋποθέσεις της επιλογής, ως προϋποθέσεις ανήκουν στο habitus. Δεν είναι δυνατόν να επιλεγούν αμιγώς. Οι πράξεις αντανακλούν σκοπούς, επιθυμίες και την ίδια την κατανόηση του κόσμου. Παρ’ όλα αυτά όμως ανήκουν στον κόσμο και αντανακλούν την εμμονή τους σε αυτόν. Είναι κομμάτι του κόσμου. (M. Merleau-Ponty, 1962)
Επιλογή
Η μόνη επιλογή μας είναι αν θα θέσουμε εν αγνοία μας σε εφαρμογή και θα παρασυρθούμε από την «κοινωνικοποιημένη νόρμα» σιωπηρά, ή αν θα αποσπάσουμε τον έλεγχο και, με τον αναστοχασμό, θα την κατανοήσουμε. Μπορούμε να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε την κοινωνική διασύνδεση και αλληλεξάρτηση των καταστάσεων ή να συνεχίσουμε ασυνείδητα, παραπαίοντας στο σκοτάδι. Η ατομική ελευθερία και βούληση αναδεικνύει την προσωπική οντολογία και επιστημολογία του καθενός σε κάθε δραστηριότητα και εμπειρία. Αυτές οι οντολογίες και οι επιστημολογίες των ατόμων κατευθύνουν τα πρότυπα πρακτικής τους και την αίσθηση του κόσμου. Σε κοινωνικό επίπεδο αυτό σημαίνει ότι δημιουργούν και διαιωνίζουν την ύπαρξη διαφόρων ειδών κοινωνικών συσσωματώσεων και διαστρωματώσεων, κοινωνικών ρόλων κι εξουσιών.
Οντολογίες
Αυτού του είδους οι κοινωνικές οντολογίες ενεργοποιούνται σε μεγάλο βαθμό χωρίς να έχουμε επίγνωση του γεγονότος ότι ενεργοποιούμε κοινωνικές οντότητες, αντικείμενα, τρόπους, σχέσεις, ομάδες, κανόνες διότι, έχουν γίνει βίωμα, «δεύτερη φύση», έχουν ενσαρκωθεί βαθιά σε τάσεις και προδιαθέσεις. Έχουν δομήσει έναν αλληλοεξαρτώμενο τρόπο συνύπαρξης των κοινωνικών συνόλων και πρακτικών που έχει ελάχιστη ανάγκη για συνειδητή γνώση ή σαφή βούληση. Η κοινωνική μας ύπαρξη, θα μπορούσαμε να πούμε, τείνει να δρα μέσω ημών. Περισσότερο κυριευόμαστε από τις κοινωνικές μας οντολογίες παρά τις κατέχουμε. (N. Crossley, 2005)
Κοινωνιοδεκτικότητα
Και όπως ακριβώς πραγματοποιούμε δραστηριότητες με το ατομικό μας σώμα οιονεί αυτόματα με τη βοήθεια της ιδιοδεκτικότητας, πραγματοποιούμε την κοινωνική μας ζωή με τη βοήθεια μιας επιδέξιας και σχεδόν αυτόματης κοινωνιοδεκτικότητας. Αυτή η ιστορία της κοινωνικής ζωής δεν είναι, ωστόσο, σταθερή για πάντα, αλλά μάλλον μια ιστορία της οποίας τα στοιχεία και οι σχέσεις, είναι μεταβαλλόμενες. Ο κοινωνικός κόσμος είναι, κατά μία έννοια, αυτό που τον κάνουμε εμείς, αν και όχι με τρόπο ευθύβολο ή διορθωτικό.