Ψυχιατρική-Λοιμωξιολογία

Ψυχιατρική-Λοιμωξιολογία

Ψυχιατρική Συνάντηση

Η Ψυχιατρική συναντά τη Λοιμωξιολογία. Αντιμετωπίζουμε πράγματι το μεγαλύτερο πρόβλημα της ανθρωπότητας; Πάντως τους τελευταίους τέσσερις μήνες εκατομμύρια ανθρώπων στεκόμαστε μπροστά του προβληματισμένοι, φοβισμένοι, αγχωμένοι, επιστημονικά περίεργοι, θυμωμένοι, ίσως και κάπως παρανοϊκοί. Ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει. Θυμίζει το bullet time των χολυγουντιανών ταινιών. Ή για τους πιο ποδοσφαιρόφιλους εκείνο το υπνωτιστικό, αμυντικό αλλά αποδοτικό σύστημα που ανέδειξαν οι Ιταλοί, το catenaccio. Περιμένουμε το παιχνίδι να τελειώσει, αφού ήδη έχουμε σκοράρει «μισό» γκολ και να πανηγυρίσουμε την επιτυχία. 

Διάλογος

Η Ψυχιατρική συναντά τη Λοιμωξιολογία. Σε ένα διάλογο που αφορά το «καλό» του ατόμου και συνεπώς της κοινωνίας ολόκληρης και συνεπώς όλου του κόσμου (αυτού που λέμε Δυτικού τουλάχιστον). Ερωτήματα που άπτονται της Ηθικής, της Φιλοσοφίας, της Πολιτικής (της θέσης του Πολίτη, όχι των πολιτικών), της Ιατρικής, της ίδιας της Ανθρώπινης Φύσης, με τα οποία η Ψυχιατρική απασχολείται από τη γέννησή της και όπως φαίνεται και η Λοιμωξιολογία έρχονται στην επιφάνεια. Και μάλιστα υπό την πίεση της πανδημικής νόσου και του θανάτου που έχει τη δυναμική να αποσταθεροποιεί, να αλλοιώνει και να διαλύει κοινωνίες και συνάμα να αναγεννά. 

Καθήκον

Τα ερωτήματα που και σήμερα διερωτάται η επιστημονική κοινότητα σχετικά με την πανδημία μοιάζουν με αυτά των διαφόρων ειδικών και μη της ψυχικής υγείας. Προσομοιάζουν τον τρόπο που μια σύγχρονη κοινωνία  ανταποκρίνεται και προσεγγίζει τις δυσκολίες που σχετίζονται με την «τρέλα» ή την ψυχική νόσο ή δυσφορία. Δηλαδή τη διαφορετικότητα ως αποτέλεσμα αντίληψης άλλης πραγματικότητας. Τι πρέπει να γίνει εάν κάποιος δεν είναι σε θέση να μεριμνά για την επιβίωσή του; να αυτοσυντηρείται; Πώς κρίνουμε εάν ψεύδεται ή είναι πραγματικά ανίκανος ή απλώς απρόθυμος; Έχουμε το καθήκον απέναντι στους συνανθρώπους μας να μεριμνούμε προς όφελός τους ακόμη κι αν εκείνοι δεν επιθυμούν τη βοήθειά μας; Πόσο μπερδεμένοι/άρρωστοι  πρέπει αυτοί να είναι για να νομιμοποιούμαστε  να λαμβάνουμε αποφάσεις για λογαριασμό τους; Πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί η συμπεριφορά που ενοχλεί ή απειλεί άλλους ανθρώπους; Έχουμε δικαίωμα ως κοινωνία να προσπαθούμε να αποτρέψουμε άτομα να προκαλέσουν βλάβη, ακόμα κι αν δεν έχουν κάνει κάτι που εμπίπτει στο ποινικό ή άλλο δίκαιο; Πώς εμποδίζουμε άτομα ή ομάδες ατόμων σαν αυτά που περιγράφονται παραπάνω, να προκαλέσουν τραυματισμό ή έστω να ενοχλήσουν συγγενείς ή γείτονές;

Το πρόβλημα της συναίνεσης

Το κοινό σημείο αφορά σε ένα είδος δικαιοπρακτικής ικανότητας. Η Ψυχιατρική συναντά την Λοιμωξιολογία στο πεδίο της συναίνεσης. Στο πρόβλημα της συναίνεσης. Δρώντας προληπτικά ως Κοινωνία λαμβάνουμε υπόψιν πολύ σοβαρά την πρόβλεψη ότι δε θα πράξουμε όλοι σύμφωνα με τις επιταγές του κοινού καλού, όπως αυτό ορίζεται από τους συντονιστές-ηγέτες αυτής της Κοινωνίας. Κάποιοι θα προτάξουν το ατομικό συμφέρον και ίσως την ατομική ευχαρίστηση ή ανάγκη του καθενός και θα κινηθούν αντίθετα από την υπαγόρευση/απαγόρευση. Μέσω της αξιολόγησης των προδιαθετικών παραγόντων και της τάσης προς την εκδήλωση μιας συμπεριφοράς και βάσει της πρόβλεψης και της παρατήρησης της συμπεριφοράς σε κοινωνικό επίπεδο, λαμβάνουμε την απόφαση να αυτοπεριοριστούμε, σε ένα είδος ακούσιας νοσηλείας η οποία σταδιακά γίνεται εκούσια και καθώς αποδίδει διαφαίνεται το εξιτήριο.

Η απόφαση λαμβάνεται βάσει του ότι η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή για να αποφασίσει ο καθένας ότι θέλει και το αποτέλεσμα της απόφασής του αυτής θα επηρεάσει το σύνολο. Μοιάζει με το σύνηθες της Ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης πρόβλημα κατά την οποία η απουσία εναισθησίας δεν αποκλείει τη δικαιοπρακτική ικανότητα. Ποιος όμως θα επιτρέψει σε κάποιον που δηλώνει άρρωστος και «τρελός» από μόνος του να αποφασίζει για θέματα περιουσιακά, κοινωνικά. Πόσο πιο απαγορευτικό γίνεται όταν ο ασθενής δεν αναγνωρίζει το παθολογικό της κατάστασής που οι ιατροί του επιβεβαιώνουν. Τελικά αυτοί που δεν πειθαρχούν ή που τιμωρούνται με τα πρόστιμα είναι τρελοί, αντικοινωνικοί νάρκισσοι, ωφελιμιστές; 

Catch 22

Κι έτσι ερχόμαστε στο Catch 22, των βομβαρδισμών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της Ψυχιατρικής. Αν δηλώσεις με αυταπάρνηση ότι επιθυμείς να πράξεις κάτι παράλογο τότε μάλλον είσαι κι εσύ παράλογος και επιτρέπεται να προβείς και να εκτελέσεις τη διαταγή που σε δώθηκε. Εάν δηλώσεις ότι είσαι τρελλός τότε η κρίση σου, ως τρελλού δε σου επιτρέπει να κρίνεις το παράλογο της πράξης που σου ζητείται να εκτελέσεις. Συνεπώς πρέπει να προβείς πάλι στην εκτέλεση της διαταγής των λογικών.

Επιστήμη

Βέβαια στην παρούσα φάση της πανδημίας η κοινωνία στρέφεται προς την επιστήμη και την Ψυχιατρική. Οι επιταγές έρχονται από τεκμηρίωση επιστημονική και τα αποτελέσματα δικαιώνουν τη λήψη των αποφάσεων.  Φαίνεται ότι η πίστη στην επιστήμη μάλλον υπάρχει, ίσως κάπως συγκεκαλυμμένη αλλά σίγουρα παρούσα. Εξαρτάται βέβαια από τη θέση που θα πάρουν οι εκφράζοντες την επιστημονική άποψη. Την πολιτική θέση, την ηθική τοποθέτηση σε σχέση με τον άνθρωπο, την κοινωνία, την οικονομία. Το ενδιαφέρον έρχεται επίσης από τη πλευρά των θρησκειών. Σε όλο τον κόσμο οι χριστιανικές εκκλησίες, τα μουσουλμανικά τεμένη, οι εβραϊκές συναγωγές κτλ παραμένουν κλειστές και οι ίδιοι οι ιεράρχες παροτρύνουν τους πιστούς να μείνουν στα σπίτια τους. Επειδή η επιστήμη το είπε.

Εμπιστοσύνη

Εμπιστοσύνη, πίστη. Επανερχόμαστε σε βασικές έννοιες. Πίστη και εμπιστοσύνη. Και μάλιστα σε θεσμούς όπως η επιστήμη που από θέση, de facto στηρίζεται στην αμφιβολία και στη διερεύνηση. Στο «Πίστευε και μη, Ερεύνα». Δείχνουμε εμπιστοσύνη σ’αυτό που έχει σκοπό πάντα να αναρωτιέται εάν είναι σωστό. Και στη συνέχεια μέσω της πολιτικής και των πολιτικών να εφαρμοστεί αυτό που οι μελέτες επιτάσσουν. Κι άλλο ζήτημα εμπιστοσύνης. Ειδικά στο θέμα της πολιτικής που αντιπολίτευση και συναίνεση είναι όροι, τουλάχιστον στην Ελλάδα, σχετικά ασύμβατοι.  Ίσως φαίνονται απλοϊκά τα ερωτήματα αλλά νομίζω δύσκολα απαντιούνται. Μπορεί να υπάρχει πλήρης συναίνεση, όταν το υποκείμενο, είτε είναι άτομο είτε ομάδα, είτε θεσμός, είτε οργανισμός, είτε κοινωνία,είτε ολόκληρο κράτος, μπορεί να διαθέτει τη δική του άποψη; και δεν τίθενται θέματα δικαιοπρακτικής ικανότητας, ακαταλόγιστου, ψυχοπάθειας κ.ο.κ.  Ακριβώς εκεί υπάρχει το λεπτό σημείο των ορίων του Ανήκειν. Το άπιαστο όριο όπου ατομικό και ομαδικό-κοινωνικό συνυπάρχουν εν ειρήνη και η αλληλο-ματαίωση βέλτιστη.  

Ομαδική Δυναμική

Το γεγονός ότι το άτομο είναι ον κοινωνικό δεν αποτελεί προφανές, ούτε αποδεικτικό στοιχείο ότι Άτομο και Κοινωνία ταυτίζονται. Μια Ομάδα είναι κάτι περισσότερο από συνάθροιση των Μελών της. Το Μέλος διατηρεί την αυτονομία του παρόλο που αποτελεί κομμάτι της Ομάδας και υπάρχει διάταση και απόσταση μεταξύ Μέλους και Ομάδας, Ατόμου και Κοινωνίας.  Το ζητούμενο σε κοινωνικό επίπεδο δεν αποτελεί και ατομική επιδίωξη. Ούτε τα χαρακτηριστικά του ατόμου μετουσιώνονται σε κοινωνικά πρότυπα, αλλά ούτε τα κοινωνικά πρότυπα σε ατομικά χαρακτηριστικά. Τέτοιες περιόδους αντιλαμβανόμαστε την Ομαδική δυναμική. Τα συναισθήματα είναι κοινά. Σε τέτοιες φάσεις η θεώρηση ότι η συναισθηματική εμπειρία οριοθετείται από το δέρμα του κάθε ατόμου ίσως δε μπορεί να εμπεριέξει αυτή τη δυναμική.

Foulkes

Ο Jung και ο Foulkes ήταν ξεκάθαροι στο ότι η Ομάδα είναι αρχαιότερη του ατόμου, καθώς και ότι το άτομο προέκυψε από τη διαφοροποίηση και την αυτονόμησή του από την Ομαδική μήτρα. Βέβαια εάν η συναισθηματική εμπειρία δεν οριοθετείται ατομικά, τότε η και ταυτότητα δεν είναι κτήμα του ατόμου, υπό κάποια συμπαγή και πακτωμένη έννοια. Αντίθετα έχει διάσταση σχετικότητας η οποία υπόκειται σε αλλαγές διαρκείας και συνεχείς. Η αίσθηση του Εαυτού και η ταυτότητα απειλούνται σε καιρούς απότομων αλλαγών, είτε πρόκειται για νευροαναπτυξιακή, κινητική εξέλιξη, είτε εφηβεία, είτε γάμο, κρίση μέσης ηλικία κτλ . Υφίσταται μια σταθερή διάχυση του Εαυτού που ωστόσο διατηρεί σταθερότητα καθώς υποστηρίζεται από την  Μήτρα προέλευσης (foundation matrix) του Foulkes(1975) ή την κρυφή κοινωνική δομή του Ομαδικού ανήκειν (Le Roy, 1994; Rouchy, 1995).  Η εξέλιξή μας, μας οδηγεί στο να απωλέσουμε τη σπουδαιότητα της Περιβαλλοντικής Μητέρας (Winnicott, 1960),η οποία παραμένει ως μη εμφανές δομικό υλικό, κοινωνικού τύπου θεμέλιο που παρέχει σχήμα και μορφή Εαυτού.

Εαυτοί

Συνεπώς είμαστε Εαυτοί μάλλον και όχι Εαυτός, εφόσον υπάρχει το ελάχιστο κοινωνικό υφάδι στη δομή μας (Stern, 1985). Το γεγονός ότι τα κοινωνικά φαινόμενα μας γεννούν, μας ανατρέφουν, μας καθορίζουν, μας περιέχουν και είναι πολύ ευρύτερα από εμάς, μας οδηγεί να τα βιώνουμε σαν κάτι παρόμοιο  της σχέσης του μωρού με τη μητέρα του. Ο ενήλικας χρειάζεται να έρθει σε επαφή με τη συναισθηματική ζωή της ομάδας που αποτελεί μέλος. Αυτή η «αποστολή» φαίνεται να είναι τόσο σημαντική για τον ενήλικα όσο η σχέση του βρέφους με το στήθος. Η δε  αποτυχία να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της αποστολής αποκαλύπτεται μέσω παλινδρομήσεων. (Bion 1952). Και κατά μία παράφραση και συμπλήρωμα κατ’αναλογία, μπορούμε να πούμε ότι ένα βρέφος δεν υπάρχει μόνο του, όμως ούτε μια αρκετά καλή μητέρα υπάρχει μόνη της, χωρίς τη σχέση, τη σύνδεση, το δεσμό, τη φροντίδα του πατέρα-συζύγου, ολόκληρης της οικογένειας  και τη θεσμική και κοινωνική μέριμνα.

Σχεσιακή Δομή

Ως εκ τούτου, ο δεσμός είναι η περίπλοκη σχεσιακή δομή που απαρτίζεται από το άτομο, τον άλλο, την αμοιβαία σχέση τους, και ολόκληρο το κοινωνικό, πολιτικό, πολιτιστικό και οικολογικό τους πλαίσιο (Pichon-Rivière, 1979). Το άτομο χρειάζεται να  επαναπροσδιορίσει την αίσθηση της ταυτότητάς του, προκειμένου να συμπεριλάβει τη συλλογική του διάσταση, καθιστώντας έτσι αυτό που ο Earl Hopper (2000) αποκαλεί «πολίτη». Θα μπορούσε να είναι ο «επαναστατικός χαρακτήρας» του Fromm, που ορίζεται ως ένα ώριμο, στοχαστικό, κριτικό και υπεύθυνο μέλος της ομάδας. Βέβαια δεν αποτελεί ζήτημα μόνο της ατομικής δυναμικής, αλλά και της πολιτικής οργάνωσης και λειτουργίας της ομάδας και της κοινωνίας, καθώς τα άτομα δε μπορούν να αναλάβουν τέτοιους ρόλους εάν η ίδια η ομάδα-κοινωνία δεν τους παρέχει το διευκολυντικό περιβάλλον για την κατάκτηση της ιδιότητας του πολίτη στο πλαίσιο της αντίστοιχης πολιτικής διαδικασίας. Πρωτίστως όμως τα άτομα-μέλη της κοινωνίας θα πρέπει να είναι ή να γίνουν πρόθυμα και ικανά να είναι πολίτες και να πράττουν ότι είναι απαραίτητο για να διασφαλιστεί ότι τέτοιοι ρόλοι πράγματι υπάρχουν και θα διατηρηθούν σε μια δημοκρατική κοινωνία (Hopper, 2000 ).

Ανάλυση

Εδώ είναι που η ανάλυση της ομάδας, ιδιαίτερα μέσω της συμμετοχής σε μεγάλες ομάδες-κοινωνίες, έχει πολλά να προσφέρει, καθώς τέτοια προθυμία και ικανότητα, που απαιτούν απαραίτητα συνειδητή γνώση τουλάχιστον ορισμένων από τις ασυνείδητες πτυχές της κοινωνίας, πρέπει να αναπτυχθούν μέσω αυτού που ο Foulkes (1964) ονομάζει διαδικασία  “προπόνησης” του Εγώ (ego-training in action) και αυτό που ο Pichon-Rivière (1969) αντιλήφθηκε ως το συνδυασμό της συμμετοχής, της συνεργασίας και της συνέχειας στην εκτέλεση της ομαδικής εργασίας.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.